[:no rec tonight]

-Νύχτα θανάτου απόψε, ε...?
Η φωνή του Κάππα μόλις που ακούστηκε από τα καλυμμένα με ακουστικά αυτιά μου και γύρισα και τον κοίταξα με απορία.
Βρισκόμασταν παρέα στο στούντιο του τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού μεταμεσονύχτιες ώρες... χρόνια πριν... Ο Κάππας είχε έρθει στα ξαφνικά και με είχε βρει στο στούντιο λες και ήξερε πως θα ήμουν εκεί -για μια νύχτα μόνο, το επόμενο πρωΐ θα έφευγε "πολύ πριν ξημερώσει" μου είχε ανακοινώσει πριν καν 

τελειώσουν οι χαιρετούρες και οι αγκαλιές...
.

Πλησίαζε η άνοιξη -το Πάσχα ήταν μακριά ακόμα εκείνες τις μέρες και ο σταθμός που είχε ανοίξει κάμποσο καιρό πριν μας είχε παραχωρήσει προς το παρόν ώρες και μας άφηνε να ξεκαβλώνουμε πάνω στα mk2 -σιντιέρες κι mp3 δεν υπήρχαν ακόμα. Η καρέκλα μπροστά από την κονσόλα, περιστρεφόμενη και με ρόδες και το μικρόφωνο κρεμόταν από το ταβάνι. Το πρόβλημα ήταν πως κάθε φορά που αποφάσιζα να μιλήσω, η περιστρεφόμενη και με ρόδες καρέκλα, αποφάσιζε πως ήθελε να βυθιστεί και να παρασύρει και μένα μαζί της. Τότε τεντωνόμουν για να φτάσω κοντά στο μικρόφωνο με αποτέλεσμα η φωνή μου να βγαίνει κάπως περίεργη και βραχνή...

Από τα εσωτερικά ηχεία ακουγόταν ο Τόμμυ Μπόλιν "Εντ Μπάι Δε Γουαίυ, Χελλόου Εγκαιν" και νωρίτερα ο Τιμ Μπάκλεϋ...

-Τι θα βάλεις μετά?
Ο Κάππας είχε σταυρώσει τα πόδια του μπροστά, πάνω σε μια δεύτερη καρέκλα και ρούφαγε μια βότκα που της είχε προσθέσει και πορτοκαλάδα που είχε βρει στο ψυγειάκι στο χολ.
-Δεν ξέρω, δεν έχω και πολλές επιλογές, απάντησα. Κάνα Μόρισον ίσως ή Χέντριξ, μπορεί και Σιδηρόπουλο... Έχω και Βίλλα Εικοσιένα...
-Γι' αυτό σου λέω, μου κάνει. Νύχτα πεθαμένων -ηθελημένα το κάνεις, έτσι?
Του έκανα νόημα με το χέρι να σωπάσει και με το φρύδι σηκωμένο του έδειξα το μικρόφωνο ενώ σήκωνα τη φέτα και χαμήλωνα σιγά - σιγά το κομμάτι...

Άρχισα να διαβάζω:
"Έχεις υπ' όψη σου τι συμβαίνει στο δωμάτιό σου πριν ανάψεις το φως;
φυσικά θα κάνεις μια ένεση ζωής στο ετοιμοθάνατο πικάπ
και θα δώσεις χάπια στειρότητας στα ψάρια."

Ο Κάππας είχε φέρει το ποτήρι με τη βότκα στο στόμα και το είχε αφήσει εκεί ενώ είχε τεντώσει τις αφτάρες του προς το εσωτερικό ηχείο...

Συνέχισα την ανάγνωση:
"Το ενυδρείο δεν σου ανήκει,
Το ενυδρείο απλά είναι ένας κακός γείτονας
που ποτέ δε συμπάθησες και σε κοιτάει επίμονα όταν τρως.
Το συνολικό άγγιγμα στο αιδοίο μιας άγνωστης,
μπορεί και να σε προβληματίζει ίσως περισσότερο απ' όσο χρειάζεται.
Βρίσκεις τις στιγμές ίδιες, μα όταν σε ρωτούν μοιάζουν δυσανάλογες."

Περίμενε υπομονετικά να τελειώσω, την ανάγνωση, είχε κατεβάσει το ποτήρι χωρίς να πιει ούτε γουλιά, το άφησε στο τραπεζάκι στα δεξιά του και σκούπισε τις παλάμες του στο μαύρο τζην του και μετά στο κάτω μέρος του μαύρου του -επίσης τζην- πουκαμίσου του. Ήταν από τις λίγες φορές που τον έβλεπα να φορά πουκάμισο παρεμπιπτόντως.
Η βελόνα κύλισε στο αυλάκι τρίζοντας...
"Μού 'πες θα φύγω χθες το βράδυ ξαφνικά...."
Ο Σιδηρόπουλος μόλις που ακουγότανε...
-Καθάρισε ρε μαλάκα καμιά βελόνα. Μετά από 200 χρόνια όλα αυτά θα είναι συλλεκτικά είχε πει τότε χωρίς να ξέρει πως τα λόγια του θα ήταν προφητικά...
-Δε γαμιέται και η βελόνα, πάει τώρα -αντέδρασα βουτώντας το μπουκαλάκι με το οινόπνευμα και το βουρτσάκι να καθαρίσω το αριστερό-αγαπημένο μου πικάπ..

-Τι διάβαζες; με ρώτησε.
-Τίποτα. Κάτι μαλακίες από ένα βιβλίο είπα δείχνοντάς του το μαύρο βιβλιαράκι...
-Για να δω μου είπε και το βούτηξε πάνω πάνω από το σωρό με τα βιβλιαράκια στα δεξιά μου. Το μανίκι από το πουκάμισο σύρθηκε πάνω στο δίσκο κι από καθαρή τύχη δεν άρπαξε το βραχίονα να τον κάνει βόλτες πέρα-δώθε...
Γούρλωσα τα μάτια και δεν πρόλαβα να πω τίποτα...
Πήρε το βιβλίο και το ξεφύλλιζε αφού πρώτα το μύρισε δυο-τρεις φορές...

Το κομμάτι πλησίαζε στο τέλος του. Τράβηξα τον επόμενο δίσκο -Τζόυ Ντιβίζιον και Κλόσερ. Διάλεξα ένα κομμάτι στην τύχη. Δε διάβασα τίποτα, άλλαξα τα πικαπ, άνοιξα το μικρόφωνο κάνοντάς του νόημα ησυχίας και άρχισα να αδειάζω τη βότκα με τα παγάκια από το ποτήρι της σε ένα άλλο και πάλι από την αρχή κολλητά στο μικρόφωνο και από πίσω οι Τζόυ Ντιβίζιον....

-Άμα είναι κανένας που νοιώθει εκεί έξω -θα έχει τρελαθεί τώρα με αυτά που διαβάζεις και ακούει, μου σφύριξε.
Συνέχισα να παίζω με τα ποτήρια.

Υπήρχαν κάποια τηλεφωνήματα. Περισσότερο να ρωτήσουν για τα κομμάτια που παίζαμε, να παρακαλέσουν να μη μιλήσω για να τα γράψουν, κάποιες γκόμενες που απλά ήθελαν κουβέντα...Μέχρι εκεί όμως...
Άλλες εποχές. Ούτε διαδίκτυο, ούτε μp3 σχεδόν ούτε cd!!

Ήρθε πίσω από την κονσόλα κι άρχισε να ξεφυλλίζει τους δίσκους -βρήκε κάποιον από Σεξ Πίστολς. Τον έφερε μπροστά και συνέχισε το ξεφύλλισμα. τράβηξε και Χέντριξ, μαζί με ένα δίσκο των Ντόρς...

-Έλα μου είπε, όπως τον παλιό καλό καιρό. Ένα μπακ το μπακ... Θα διαβάζω εγώ
και χωρίς να περιμένει απάντηση στρώθηκε στην καρέκλα, διόρθωσε το μικρόφωνο κι άνοιξε το βιβλίο, στερέωσε τη σελίδα με το ποτήρι με τη βότκα για να μην τη χάσει, έτριξε τα δάχτυλά του, τα σκούπισε άλλη μια φορά στο πουκάμισο και καθώς το κομμάτι τελείωνε, πάτησε το "πλαίυ" στο άλλο πικάπ κρατώντας με τα χέρια του του δίσκο και χωρίς να καθαρίσει τη φωνή του άρχισε να διαβάζει:

"Κι αν μιλούσαμε για αντίδραση
ή δράση
ή έστω τίποτα απ΄αυτά
-αφού η ολοκλήρωση εμπεριέχει το θάνατο-
τούτη η βροχή ήταν μαγική!"

Είχα ακουμπήσει χαλαρός στα ράφια πίσω κι απολάμβανα τη βότκα μου. Με ξάφνιασε το κομμάτι που άφησε να κυλήσει ενώ μιλούσε -αυτός δε θα άφηνε τους ακροατές να το γράψουν ολόκληρο...
Ράιντερς ον δε στόρμ...

-Μαλάκα, το άκουγα αυτό φαντάρος κάνοντας περίπολο κι έβρεχε αλλά μου άρεσε τότε
-Ενώ τώρα;
-Τώρα το σιχαίνομαι αλλά ταιριάζει με τις μαλακίες που βάζεις απόψε...
Το κουδούνισμα του τηλεφώνου διέκοψε τον ευγενικό διάλογο που πήγαινε να ανθήσει...
Ο Κάππας το σήκωσε, πήρε το σοβαρό του, δήλωσε ηχολήπτης κι άρχισε να λέει διάφορα που δεν άκουσα καθώς επωφελήθηκα να πάω για κατούρημα...

Έκοψε το κομμάτι λίγο μετά το ρεφρέν κι άρχισε να μιλάει στον αέρα για μια κατασκότεινη νύχτα, που έβρεχε και είχε αέρα κι αυτός μόνος περίπολο καθώς ο "παλιός" δεν είχε πάει μαζί του εκείνο το βράδυ κι όλο έλεγε και έλεγε και έλεγε...

Το κομμάτι τέλειωσε κι έχωσε ένα άλλο από μια κασσέτα που είχε εμφανίσει από το πουθενά. Άλλαξε κομμάτια χωρίς να μιλήσει κι άρχισε να διαβάζει πάνω στα λόγια...:

"Οι δείκτες του ρολογιού, κινούνται αν τους παρατηρείς.
Έξω απ' τη δική σου
επιβεβαίωση, δεν υπάρχει πραγματικότητα.
Σπρώχνεις τον εαυτό μου σ' έναν αιώνιο θάνατο."

...ενώ έπινε δυνατές γουλιές από τη βότκα πορτοκάλι του...


DE TRACES - Seven


  -Τι ακούμε ρε; γαμιστερό ακούγεται... -Θα σου πω στο τέλος, μου λέει -τώρα κάνουμε εκπομπή... Συνεχίζει να διαβάζει πάνω στο κομμάτι ανεβοκατεβάζοντας τη φέτα -κάτι που μας έκανε να βρίζουμε παλιότερα τους παραγωγούς που έκαναν το ίδιο και δε μπορούσαμε να γράψουμε σε κασσέτα "τις κομματάρες"... "Όλα φαίνονται τεράστια κρατώντας την αναπνοή σου Η ζωή μοιάζει σα να μην έχει άκρες Κρατάς την αναπνοή σου κι όταν πειστείς πως είσαι αθάνατος, βγάζεις την τελευταία φλόγα από το βάθος της ισορροπίας σου και πέφτεις Τελευταίος έρωτας με μια οπτασία που ποτέ δεν πρόλαβες να δεις ολόκληρη." Πολύ άνετος μου φάνηκε εκείνο το βράδυ -και η κονσόλα σα να δούλευε πάνω της αιώνες . Για το κινητό που είχε έρθει με κούριερ ούτε κουβέντα φυσικά αλλά κι εγώ θεώρησα πως δεν ήταν της παρούσης... "Πιάνεις τα δυο ξερά κλαδιά ζυγίζοντας τις μελλούμενες ευθύνες, κρατάς τις άκρες τους και τα ενώνεις, τα χτυπάς δυνατά στο λυγισμένο σου γόνατο κι αυτά σπάνε, ελευθερώνοντας έναν ήχο που τρυπά τα τύμπανα των αυτιών ενώ οι σκλήθρες καρφώνονται στο κορμί σου που σωριάζεται, μην αντέχοντας την πρόκληση της εξάντλησης που καθοδηγείται από το θάνατο." Είχα μεταφερθεί στο σαλόνι και είχα ανοίξει ένα παλιό ραδιόφωνο και συντονισμένο "σε μας" και τον άκουγα να κάνει εκπομπή παρέα με ένα καινούργιο ποτήρι βότκα σκέτη -ξέχασα να πω πως ήταν Στολίσναγια... -Έλα μέσααα. Τηλέφωνοοοο, τον άκουσα να ουρλιάζει πάνω που γλάρωνα. -Ποιός είναι, σηκωνόμουν βαριεστημένα ενώ στο πικάπ κυλούσε ήσυχα για άλλη μια φορά το Κλοσερ των Τζόυ Ντιβίζιον... -Γκομενάκι ρε ηλίθιε, για σένα μάλλον αφού έτσι κι αλλιώς εμένα κανένας δε με ξέρει -η εκπομπή είναι δική σου -και κανείς δεν ξέρει πως είμαι εδώ, μου είπε με μια ανάσα ενώ με την παλάμη του είχε σκεπάσει το τηλέφωνο... -Μίλα από δω μου είπε αμέσως μετά πατώντας ένα κουμπί στην κονσόλα που δεν ήξερα καν ότι υπήρχε κι έβγαλε το τηλέφωνο στον αέρα. Από τα εσωτερικά ηχεία ακούστηκε αέρας να σφυρίζει. Μου έδειξε το μικρόφωνο με το κεφάλι του. -Ναι... είπα μουδιασμένα. Κοριτσίστικη φωνή από την άλλη άκρη -Ναι; είπε κι αυτή... -Ναι, ξανάπα Καλησπέρα, ακούω αέρα; προσπαθώντας να εκτιμήσω την κατάσταση -Ναι παίρνω απ' έξω. Άκουγα την εκπομπή, δηλαδή κάθε φορά την ακούω αλλά απόψε την άκουγα κανονικά συνέχισε η κοριτσίστική φωνή. Εγώ ετοίμαζα ατάκες για να "θαμπώσω" την κοπέλα στην άλλη άκρη της γραμμής, ο Κάππας έψαχνε την κασσέτα με τα ακουστικά χωμένα στις αυτάρες του και ταυτόχρονα ξεφύλλιζε το μικρό μαύρο βιβλιαράκι... -Εδώ ήμαστε, είπε -έτοιμο το τραγούδι... -Περιμένεις λίγο; είπα στο τηλέφωνο Πάτησε το κουμπί και η ησυχία ξανάρθε στο στούντιο. Μόνο το φύσημα της κασσέτας -Άσε θα μιλήσω εγώ μου είπε καθώς οι πρώτες νότες από μια διασκευή του Χέυ Τζό έσκαγαν στον αέρα... 


Willy DeVille - Hey Joe  
"Βυθισμένες ζωές σε κίτρινο χρώμα πνιγμένες σε βιομηχανικά απόβλητα Η επόμενη κίνηση θα είναι να ντυθώ καλά να ανοίξω την πόρτα και να αισθανθώ για τελευταία - παντοτινή φορά το κρύο!..." Διάβαζε ανακατεμένα από το μαύρο βιβλιαράκι κι έκανε κανονική αποφώνιση χωρίς να πει τίποτα για τον εαυτό του. Για μια στιγμή ένοιωσα πως άκουγε από πάντα την εκπομπή... Ξαναγύρισα στο τηλέφωνο, πήρα βαθιά ανάσα που μάλλον ακούστηκε και η άλλη κατάλαβε πως ήμουν εκεί... -Δεν ξέρω για σας παιδιά, την άκουσα να λέει, αλλά αν τα πράγματα είναι έτσι όπως τα περιγράψατε απόψε, καλύτερα βάλτε ένα όπλο στο κεφάλι σας και τραβήξτε τη σκανδάλη... κλικ..... Το τηλέφωνο έκανε σαν περίστροφο που οπλίζει κι ας μην είχα ακούσει ποτέ πως οπλίζει ένα περίστροφο... -Μαλάκα τους γαμήσαμε. Ο Κάππας έκανε σα μικρό παιδί, την άκουσαν κανονικά με την εκπομπή... Αυτό ήτανε είπε καθώς σήκωνε το πέτσινο μπουφάν του που είχε πετάξει στη μοκέτα με το που είχε μπει στο στούντιο.... Από την πλαϊνή τσέπη τράβηξε το κουτί της κασσέτας και μου το πέταξε. -Δώρο, ά! το κομμάτι που σου άρεσε συνέχισε -ο τύπος που το έλεγε δεν έχει πεθάνει αλλά αυτοί εκεί έξω -όσοι άκουγαν τελος πάντων, δεν το γνωρίζουν αυτό είπε και ρούφηξε όση βότκα είχε απομείνει στο ποτήρι του. -Η κασσέτα, είναι στο βιβλίο και μου έκλεισε το μάτι Άνοιξε την πόρτα και την άφησε ανοιχτή χωρίς να μου δώσει περιθώρια να μιλήσω... Ο ήχος της σαράβαλης BMW μηχανής του ξεσήκωσε τις κουκουβάγιες από το απέναντι χάλασμα.... Στην κατηφόρα, είδα το πίσω φως να τρεμοσβήνει ακόμα όπως έκανε κάθε φορά που χαμήλωναν οι στροφές της μηχανής.

   

Το μολύβι που χρησιμοποιούσα να υπογραμίζω και η κασσέτα είχαν απομονώσει στο βιβλίο: 
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΟΛΗ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ  
"Το χλωμό και η αντίληψη σ' ένα ποδήλατο για το γύρο του κόσμου. Παιχνίδια με τα χρώματα και τις λέξεις. Και πάντα υπάρχουν κάποιοι που πληγώθηκαν. Ο ένας στους δύο τραβάει το δρόμο του (κι ο άλλος το δικό του)... Ο άλλος ίσως να μην πονάει. Φεύγω κι εγώ! Κουρδιστό παιχνίδι χαμένο στη συνεχή αναστάτωση. Άλλη μια πόλη! Άλλη μία!"
  
Tim Buckley - Phantasmagoria In Two 

Έβαλα την κασσέτα στη θήκη της και την έχωσα μέσα στην τσέπη του ναυτικού μου επενδύτη. Πήρα να μαζεύω τους δίσκους κι έβαλα να παίξει ξανά ο Τιμ Μπάκλευ -για πάρτη μου αυτή τη φορά !! Όσο τους μάζευα έριξα μια ματιά στο κασσετόφωνο που ηχογραφούσα τις εκπομπές. Η 90άρα ήταν στην αρχή όπως την είχα αφήσει. Είχα ξεχάσει να πατήσω το REC_

1 σχόλια [ποστ γιουαρ]:

Niithadni said...

Τέλειο το κομμάτι του Τim Buckley δεν το ήξερα...είχα κολλήσει με το Sweet Surrender!!!!